26.10.21

Atmostra III - Rose

Με πνίγουν οι στιγμές.
Σαν τον χτύπο ρολογιού, περιμένω να τις ξεφορτωθώ.
Οι δικοί μου μοιάζουν μακρινός παράδεισος.
Η ανάσα μου βαθαίνει και φτάνει στην άβυσσο.
Ακούει φωνές από μυθικά κήτη ενός συμπαντικού  βυθού λήθης.
Ηρεμεί και δημιουργεί χρωματιστή έκρηξη λυγμών.
Παίρνω το ατομικό καράβι της μοναξιάς μου και πλέω στο πηχτό σκοτάδι της νύχτας που μου επέβαλαν για μανδύα.
Θα περάσει.
Μέχρι τότε πρέπει να συνεχίσω να ανασαίνω.
Να βγω στον αέρα.
Πνίγομαι.
Πιάνομαι από την ποίησή μου να ανέβω στην επιφάνεια.

Τα κατάφερα.

Αναδύομαι σε φωτεινή παραλία.
Αναγεννημένη 30φυλλένια,
περήφανη και λαμπερή.
Κοιτάω τη θάλασσα.
Μαντεύω τον βυθό της.
Αμφίβια πια, συμμέτοχος δύο κόσμων.
Διάττουσα διάσχιση.
Φως, σκοτάδι, φως, σκοτάδι..
Αέρας, βυθός, αέρας, βυθός...
Η σημασία του προορισμού σιγεί.

Δίνω χρόνο και χαμόγελο.
Ένα βατραχάκι πλατσουρίζει στο νερό.

5.10.21

Αγαπημένη μου μην κλαις - Απ'τ' αεροπλάνο

Μόλις μπήκα στο σπίτι μου.
Πλοίο, αεροπλάνο και πάλι αεροπλάνο.
Αθήνα, Σαντορίνη, Θεσσαλονίκη, Αθήνα.

Και μου ήρθε αυτός ο στίχος.
Αγαπημένη μου μην κλαις...

Για πόσα τραύματα, ποιου τραύματα κλαίω;
Δικά μου, δικά της;
Δικά του; Δικά του;
Όλων.
Η μαμά μου πίσω έκλαιγε.
Πιο πριν έκλαιγα εγώ.
Πιο πριν κάποιος με ξενύχιαζε για να μην κλάψει.
Και πιο πριν κάποιος άλλος με ξενύχιαζε για να μην κλάψει.
Και πιο πριν η ψυχή του ένιωθε ότι τον ξενύχιαζα εγώ.

Πόσα τραύματα.
Αγαπημένοι μου, μην κλαίτε.
Και μη με ξενυχιάζετε.
Αν σας ξενύχιασα, συγνώμη.
Δε μπορώ άλλο τη μοναξιά των τραυμάτων μας
και αυτά τα δάκρυα.

Πότε θα πάψει η αγάπη να πονάει;
Θα ήθελα να είναι εδώ η μαμά μου.
Να σταματήσουμε να κλαίμε.

Μια ακόμα κατρακύλα.
Φτάνει πια.
Θέλω να λυπηθώ.
Όλους μας.
Και να μας πω: φτάνει.
Αξίζουμε όλοι πολύ καλύτερα.
Ένα όριο στην αγριότητα. 
Για να ησυχάσουν οι ψυχές μας.

Αχ, πώς θα σταματήσω να κλαίω;
Αγαπημένη μου, μην κλαις...


Το αφιερώνω στην εν ζωή αγαπημένη μου μητέρα,
που είναι ο πιο ειρηνικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει.
Μακάρι να της μοιάσω.