18.7.23

Η απλότητα της νύχτας

Τα κύματα (πριονωτές μου κυματομορφές) και οι φωνές μιας παρέας παιδιών εντός τους.
Οι μόνοι ήχοι που ακούω.
Το κεφάλι αδειάζει.
Όπως και το σώμα.
Η κούραση παραχωρεί τη θέση της στην ακινησία της χαλάρωσης.
Βουλιάζω στους ήχους, το σκοτάδι και τη ξαπλώστρα μου.

Κάποτε ήταν ρουτίνα μας το νυχτερινό μπάνιο εδώ.
Η μεγάλη μας μπανιέρα, έτσι αποκαλούσαμε την θάλασσα.
Τότε που μετρούσαμε πόσες φορές ο Παπακαλιάτης πιπιλίζει τη λέξη κομπλεξικός.
Τότε που οι νύχτες αφιερώνονταν στην ολοκλήρωση της διπλωματικής, σε επιστροφές απο Λονδίνο και στην ευρυθμία του απομονωμένου μας κοινόβιου.

Έσβησαν όλα τα φώτα, κόπασε το αεράκι, κόπασαν οι ήχοι.
Η νύστα μου δυναμώνει.
Και πρέπει να επιστρέψω στο σπίτι.
Αν και εδώ, σπίτι είμαι.

16.7.23

Καλοκαίρι

Βλέπω τις σκιές μας να κολυμπούν στην άμμο του βυθού.
Γραμμές κύματα ξεκινούν από το χέρι τόξο και πάντα μας κερδίζουν.
Σώματα δελφίνια σε ταξίδι.

Ηλιοβασιλέματα στις πεδιάδες της Χαλκιδικής.
Δέντρα που θροΐζουν νωχελικά.
Γκιώνης που αναβοσβήνει στο μούχρωμα.
Τριζόνια γεμίζουν το σκοτάδι.

Αισθήσεις γνώριμες σαν ταινία των φοιτητικών μας χρόνων.

Το καλοκαίρι έχει το χρώμα του τόπου.
Τη μυρωδιά της ηλικίας.
Και τις αναμνήσεις του βλέμματος που κοιτάει.