6.6.23

Remote

Γράφω από τα Μακροκύθηρα.
Το νησί των λογοτεχνών.
Με το ποδήλατο, τις μουσικάρες στα αυτιά μου και ένα φεγγάρι που όλο μας ακολουθεί.
Πάλι ζαλισμένη από ούζα.
Σε κρητικό γλέντι πανηγυρίζαμε το άγιο πνεύμα.
Πιο μετά, έβλεπα τη σκιά μου στο λευκό αυτοκίνητο να χορεύει trance στο σκοτεινό δρόμο για Αβλέμωνα.

Τι μέρες.
Γιορτές μούρου σε σπίτια Ελληνοαυστραλών κινηματογραφιστών με όλη την υφήλιο γύρω από το γραφικό τραπεζομάντιλο με ντόπιους μεζέδες και κατοίκους.
Μπαρ με μεγάλες παρέες, όλοι από αυτοκίνητα που κάπως βρεθήκαμε, κάτι ρωτήσαμε, κάποιον βοηθήσαμε, σε κάποιον χαμογελάσαμε.
Έρχονταν και με χαιρετούσαν λαμπερές φάτσες και δεν ήξερα από πού.

Σήμερα νιώθω έντονα την γιορτή.
Άγιο Πνεύμα.
Το πνεύμα μου νευρικό ξεπιάνεται σε κάποια ξεχασμένα βάθη ακινησίας.
Γιορτάζω όλη μέρα.
Χορεύω όλη μέρα.

Πήγα στη Παναγιά Μυρτιδιώτισσα.
Το τελευταίο, νόμιζα, αξιοθέατο της ημέρας.
Βρήκα την Παναγιά μου.
Μια Αγία να εκτιμώ.
Η εικόνα και η παλαιότητά της δημιουργούν το σύμβολο που έψαχνα.
Χρυσοπλούμιστη στα γύρω της,
το πρόσωπο κατάμαυρο από τις κακουχίες, κανένα χαρακτηριστικό, σχεδόν καρβουνιασμένο.
Όπως και το παιδί Χριστός.
Και εκεί μιλήσαμε.
Ταπεινότητα και μεγαλείο.
Επιβλητική στα έξω, νοιαστική στην ουσία.
Για πρώτη φορά έσκυψα σε εικόνα.
Και έκλαιγα με λυγμούς.
Την ένιωσα προστάτιδα και πρότυπο.
Οικεία.

Τα Κύθηρα ποτέ δε θα τα βρούμε.
Το χάσαμε το πλοίο της γραμμής.
Στα κύματα του Αιγαίου θα χαθούμε.
Δυο κύματα που σβήσανε και εμείς.

Και έχω αυτά τα κουνούπια που με εμποδίζουν να απολαύσω τις σκέψεις μου.
Και φυσικά τις ποδάρες μου γυμνές στο κρεβάτι.
Ξεχύνομαι να τα ξεπαστρέψω.
Δε θα ορίζουν αυτά εμένα.
Είναι πολύ... μικρά.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Αχ αυτές οι ποδαρες σου